Σε κεντρική τοποθεσία της κοινότητας του Μάμμαρι δεσπόζει ο ανδριάντας του πεσόντα αγωνιστή της ΕΟΚΑ, Σάββα Ροτσίδη. Ο ανδριάντας βρίσκεται απέναντι από το Πνευματικό και Αθλητικό Σωματείο του χωριού, που έχει πάρει το όνομα του από τον ήρωα της κοινότητας (Εθνική Ένωση Νέων Μάμμαρι «Ροτσίδης»). Ο τάφος του αγωνιστή βρίσκεται στον περίβολο της παλαιάς εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου.

Ο Σάββας Ροτσίδης γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου του 1935 στο Μάμμαρι. Γονείς του ήταν οι Γεώργιος και Αναστασία Ροτσίδη, ενώ είχε τέσσερα ακόμη αδέλφια. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο του χωριού του και μετέπειτα την Εμπορική Σχολή Σαμουήλ στη Λευκωσία. Εργαζόταν ως λογιστής στην Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία και εν συνεχεία ως αποθηκάριος στο μεταλλείο του Μιτσερού.

Με την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ, το 1955, εντάχθηκε στους κόλπους της οργάνωσης συνεργαζόμενος με τις αντάρτικες ομάδες της Πιτσιλιάς. Με το ψευδώνυμο Πάλβης ανέπτυξε σημαντική δράση στα πλαίσια της ΕΟΚΑ, όπως στην επίθεση εναντίον της φρουράς του μεταλλείου στο Μιτσερό, στις ενέδρες του Αμιάντου, της Κυπερούντας κ.α.

Τον Οκτώβριο του 1956 συνελήφθη και κακοποιήθηκε βάναυσα από τους Άγγλους επειδή βρέθηκαν στην κατοχή του δυο περίστροφα. Κατάφερε να αποδράσει σε ορεινή περιοχή του Αγίου Επιφανίου, όπου είχε οδηγήσει τους ανακριτές του για να τους υποδείξει δήθεν το κρησφύγετο το συναγωνιστών του. Μετά την απόδραση του συνέχισε τη δράση του στην περιοχή της Πιτσιλιάς.

Στις 25 Νοεμβρίου, λίγο πριν την λήξη του αγώνα, κοντά στο κρησφύγετο του στην περιοχή του Αγρού, στην προσπάθεια του να προμηθευτεί νερό μαζί με τον συναγωνιστή του Ρογήρο Σιηπελλή έπεσε σε ενέδρα των Άγγλων. Ο Ροτσίδης σκοτώθηκε, ενώ ο συναγωνιστής του κατόρθωσε να διαφύγει βαριά τραυματισμένος. Ο Σάββας Ροτσίδης αποτέλεσε τον τελευταίο πεσόντα του Αγώνα.

Το νεκρό σώμα του ήρωα το μετέφεραν οι Άγγλοι στρατιώτες στο σανατόριο της Κυπερούντας, από όπου τον παρέλαβαν οι γονείς του. Οι γονείς του τον έντυσαν με γαμπριάτικο κουστούμι και δεχόμενοι το πλήθος του κόσμου που μαζεύτηκε να τον αποχαιρετήσει , παράγγειλαν να κτυπήσουν αναστάσιμα οι καμπάνες και πρόσφεραν κουραμπιέδες. Όπως δήλωσε ο πατέρας του ήρωα «Δεν λυπούμαι καθόλου για το θάνατο του γιου μου. Είμαι περήφανος για αυτόν. Πολέμησε δυο χρόνια στον στρατό της ελευθερίας και πέθανε σαν ήρωας. Τιμή του και δική μας τιμή. Η μνήμη του θα είναι αιώνια».