Το τέμενος βρίσκεται εντός των τειχών, στο νότιο τμήμα της παλαιάς Λευκωσίας, μεταξύ των προμαχώνων Costanza και Podocataro. Πήρε την ονομασία Ομεριέ από τους Τούρκους, προς τιμή του προφήτη Ομάρ, μετά την κατάληψη της Λευκωσίας το 1570. Ο προφήτης Ομάρ είχε επισκεφτεί τη Λευκωσία, κατά την παράδοση της στους Οθωμανούς και διανυκτέρευσε στο νάρθηκα της ερειπωμένης εκκλησίας. Τότε ο Τούρκος αρχιστράτηγος Μουσταφά αποφάσισε να τροποποιήσει την εκκλησία για να λειτουργεί ως τέμενος και του έδωσε την ονομασία του προφήτη.
Πρωτύτερα το τέμενος αποτελούσε εκκλησία της Αγίας Μαρίας, μέρος του ομώνυμου μοναστηριού του τάγματος των Αυγουστίνων, που χρονολογείται τον 14ο αιώνα. Το κτίριο του ναού εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σήμερα, παρόλο που έχει υποστεί αρκετές μετατροπές και επιδιορθώσεις από τους Τούρκους. Η αρχιτεκτονική του κτιρίου είναι σε γενικές γραμμές απλή. Ξεχωρίζει η αψιδωτή είσοδος στο δυτικό τοίχο με τον αξιόλογο γλυπτό διάκοσμο.
Το τζαμί του Ομεριέ είναι ένα μεσαιωνικό μνημείο, το οποίο χρησιμοποιείται από τους Μουσουλμάνους που κατοικούν στην Λευκωσία για προσευχή, ενώ παράλληλα το επισκέπτονται ντόπιοι και ξένοι, καθώς αποτελεί ένα κτίσμα μεσαιωνικής αρχιτεκτονικής με μακραίωνη ιστορία.
Πλησίον του τεμένους βρίσκονται οθωμανικά λουτρά, τα οποία χρονολογούνται στα τέλη του 16ου αιώνα και τα οποία έχουν αποκατασταθεί πλήρως το 2006, μέσα από κονδύλια κυρίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης.