Tο φρούριο των ιπποτών και η μοναδική του πορεία στο χρόνο.
Το Κάστρο του Κολοσσιού είναι ένα μεσαιωνικό φρούριο που βρίσκεται στη νότια ακτή της Κύπρου, λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη της Λεμεσού. Βρίσκεται στην καρδιά μιας πλούσιας και εύφορης κοιλάδας στις εκβολές του ποταμού Κούρη. Είχε μεγάλη στρατηγική σημασία αφού έλεγχε την περιοχή Κολόσσι που υπήρχαν φυτείες ζαχαροκάλαμου, μεγάλοι ελαιώνες, φυτείες σιτηρών και χαρουπιών καθώς και αμπελώνες. Αυτή μάλιστα ήταν και η αιτία των διαφορών που είχαν μεταξύ τους οι Φράγκοι ευγενείς κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας τους στην Κύπρο.

Κτίστηκε αρχικά στα 1210 από τους μοναχούς του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη και ήταν έδρα της ανώτατης στρατιωτικής διοίκησης του νησιού. Το όνομα της περιοχής κατά πάσα πιθανότητα προέρχεται από τον πρώην φεουδάρχη της επαρχίας-Gerinus de Colos. Στα 1306 περιήλθε για ένα σύντομο διάστημα στην κατοχή των Ναϊτών, οι οποίοι υποστήριξαν τον σφετεριστή του θρόνου της Κύπρου, Αμάλριχο της Τύρου. Μετά την κατάργηση του Τάγματος των Ναϊτών στα 1313, ο Πύργος επανήλθε στα χέρια των Ιωαννιτών, για να καταστραφεί στα 1426 από τις επιδρομές των Μαμελούκων της Αιγύπτου. Πάνω στα ερείπια του καταστραμμένου πύργου κτίστηκε στα 1454 ο υφιστάμενος, από τον μάγιστρο του Τάγματος των Ιωαννιτών, Louis de Magnac. Το οικόσημό του εμφανίζεται μαζί με τα οικόσημα του Βασιλείου της Κύπρου στην ανατολική εξωτερική πλευρά του Πύργου, γεγονός που υπενθυμίζει ότι όλα τα οχυρωματικά έργα ανήκαν στο Ρήγα της Κύπρου και κανένας άλλος δεν είχε δικαίωμα να κατέχει πύργους.

Αυτό το μεσαιωνικό κάστρο είναι ένα από τα πιο σημαντικά οχυρωματικά έργα που σώζονται στην Κύπρο και μάλιστα πολύ συχνά αναφέρεται από τους περιηγητές του Μεσαίωνα. Πρόκειται για ένα επιβλητικό τετράγωνο οικοδόμημα, ύψους 21 μέτρων, που αποτελείται από τρεις ορόφους και οι τοίχοι του έχουν πάχος ενάμισι μέτρο. Το ισόγειο χωρίζεται σε τρία μέρη και πρέπει να χρησίμευε ως αποθηκευτικός χώρος. Στο μέσο της ανατολικής πλευράς υπάρχει μια πέτρινη σκάλα που οδηγεί πρώτα στο δεύτερο όροφο, όπου πιθανόν να βρισκόταν η κουζίνα ενώ ο τρίτος όροφος ήταν χωρισμένος σε δύο μεγάλες αίθουσες και ήταν το «σπίτι» των Διοικητών.

Στα νότια του κάστρου υπάρχει μια αυλή περιτριγυρισμένη από τείχη και τα ερείπια ενός βοηθητικού κτηρίου, μάλλον στάβλου ή αποθήκης. Στην νοτιοδυτική γωνία του κτηρίου υπήρχε μια είσοδος, προστατευμένη από έναν κυκλικό πύργο. Στα ανατολικά του πύργου, βρίσκονται τα κατάλοιπα εργοστασίου παραγωγής ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο που είναι μια μακρόστενη πετρόκτιστη καμαροσκέπαστη αίθουσα. Οι εγκαταστάσεις που χρονολογούνται από το 14ο αιώνα αποτελούνται από τρεις βασικούς και άλλους βοηθητικούς χώρους. Από επιγραφή που βρίσκεται εντοιχισμένη στη νότια εξωτερική πλευρά του κτηρίου γνωρίζουμε ότι αυτό επιδιορθώθηκε το 1591 όταν κυβερνήτης της Κύπρου ήταν ο Πασάς Μουράτ. Στα βόρεια της αίθουσας βρίσκονται τα ερείπια του νερόμυλου και του υδραγωγείου.

Η περιοχή επίσης παρήγαγε και εξήγαγε το παραδοσιακό γλυκό κρασί της Κύπρου που έγινε γνωστό με το όνομα “Vin de Commanderie” (κρασί της Κουμανταρίας) ή Κουμανταρία. Σήμερα η Κουμανταρία είναι ένα από τα παλιότερα ονόματα κρασιών στον κόσμο, διατηρώντας το ίδιο όνομα για οκτώ αιώνες. Η γύρω περιοχή ήταν και ίσως είναι ακόμη η μοναδική που μπορεί να παράξει το σταφύλι Κουμανταρία, από το οποίο εξάγεται το σπάνιο ομώνυμο κρασί. Κανένα άλλο μέρος της Κύπρου δεν παράγει τόσο γλυκό κρασί όπως την κουμανταρία.

Μπορεί κανείς να επισκεφτεί το κάστρο από 16/4-15/9, Δευτέρα με Κυριακή τις ώρες 8:15-19:45 και από τις 16/9-15/4 τις ώρες 8:15 με 17:15.