Αποτελεί το κύριο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κύπρου σκιαγραφώντας τη μακραίωνη ιστορία του νησιού από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι και την πρώιμη χριστιανική περίοδο. Το σημερινό Μουσείο είναι ένα νεοκλασικό κτίριο, το οποίο άρχισε να κτίζεται το 1908 και αφιερώθηκε στη μνήμη της βασίλισσας της Αγγλίας Βικτώριας. Πήρε τη σημερινή του μορφή κατόπιν πολλών προσθηκών και μετατροπών σε διάφορες χρονικές περιόδους. Το Κυπριακό Μουσείο σήμερα αποτελείται από δεκατέσσερις αίθουσες που περιβάλλουν σε σχήμα τετραγώνου ένα εσωτερικό κεντρικό χώρο, ο οποίος περιλαμβάνει γραφεία, βιβλιοθήκη, αποθήκες και χώρους συντήρησης των ευρημάτων.
Στην πρώτη αίθουσα παρουσιάζεται η νεολιθική και χαλκολιθική περίοδος. Εκτίθενται εργαλεία, σκεύη, κοσμήματα, εδώλια και άλλα αντικείμενα αντιπροσωπευτικά αυτής της περιόδου. Στη δεύτερη αίθουσα εκτίθενται δείγματα από την πλούσια συλλογή κεραμικής της Πρώιμης εποχής του Χαλκού, ενώ στην τρίτη αίθουσα παρουσιάζονται δείγματα της κεραμικής από τη Μέση και Ύστερη εποχή του Χαλκού μέχρι και την ελληνιστική-ρωμαική περίοδο, με δείγματα κεραμικής τόσο επιτόπιας παραγωγής όσο και εισηγμένης.
Στην τέταρτη αίθουσα σε ειδικά διαρρυθμισμένη προθήκη εκτίθενται πήλινα εδώλια και αγάλματα, προερχόμενα από το αρχαϊκό ιερό της Αγίας Ειρήνης, το οποίο ανακαλύφτηκε το 1929. Στην πέμπτη αίθουσα παρουσιάζεται η τέχνη της γλυπτικής στην Κύπρο με δείγματα της αρχαϊκής και της κλασσικής περιόδου, παρουσιάζοντας την έντονη επίδραση από τις γειτονικές χώρες αλλά κυρίως από τον ελλαδικό χώρο. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι οι Κούροι και οι Κόρες της Κύπρου, σε αντίθεση με αυτούς που προέρχονται από άλλους ελληνικούς τόπους, είναι ντυμένοι.
Στην έκτη αίθουσα εκτίθενται έργα της κυπριακής γλυπτικής της ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου, όπου εκτίθενται κυρίως μαρμάρινα και ορειχάλκινα γλυπτά. Η έβδομη αίθουσα διαιρείται σε τρεις ενότητες . Το πρώτο τμήμα είναι αφιερωμένο στην πλούσια συλλογή μεταλλικών αντικειμένων διαφόρων περιόδων, εκθέτοντας αντικείμενα όπως εργαλεία, όπλα, αντικείμενα καθημερινής χρήσης. Στο μεσαίο τμήμα εκτίθενται δείγματα από τη συλλογή σφραγιδόλιθων, νομίσματα προερχόμενα από τις πόλεις – βασίλεια του νησιού αλλά και από άλλες περιόδους της ιστορίας. Στους τοίχους αυτού του τμήματος είναι αναρτημένα δείγματα ψηφιδωτών προερχόμενα από δάπεδα ρωμαϊκών κτιρίων. Στο τελευταίο τμήμα της αίθουσας εκτίθενται κοσμήματα και δείγματα υαλουργίας, μικροτεχνίας που καλύπτουν την περίοδο από την πρώιμη εποχή του Χαλκού μέχρι και την παλαιοχριστιανική περίοδο.
Η όγδοη αίθουσα φιλοξενεί αναπαραστάσεις αρχαίων τάφων, ενώ στην ένατη αίθουσα εκτίθενται αντικείμενα που σχετίζονται με τους τάφους, όπως επιτύμβιες στήλες, ζωγραφισμένες πήλινες σαρκοφάγοι κ.α.
Στη δέκατη αίθουσα παρουσιάζεται μια αναδρομή στην εξέλιξη της γραφής στην Κύπρο, με δείγματα της κυπρομινωικής γραφής, που ακόμη δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί, αλλά και της κυπροσυλλαβικής γραφής, η οποία διατηρήθηκε μέχρι και τον 3ο αιώνα π.Χ. Στην εντέκατη αίθουσα εκτίθενται τα ευρήματα από τους βασιλικούς τάφους της Σαλαμίνας που χρονολογούνται στα τέλη του 8ου αιώνα. Ξεχωρίζουν οι δυο θρόνοι διακοσμημένοι με παραστάσεις από ελεφαντόδοντο, ασήμι και γυαλί, ένα ξύλινο κρεβάτι και τα εξαρτήματα από τα άρματα που βρέθηκαν στους δρόμους των βασιλικών τάφων. Μάλιστα κατά την ανασκαφή είχαν βρεθεί και τα άλογα που έσερναν τα άρματα, τα οποία είχαν ταφεί μαζί με το βασιλιά τους, σύμφωνα με τα ομηρικά έθιμα ταφής.
Στη δωδέκατη αίθουσα υπάρχουν δείγματα της αρχαίας μεταλλουργίας, ενώ παρουσιάζεται και η διαδικασία της εξόρυξης μέχρι και του τελικού σταδίου παραγωγής του χαλκού. Στην δέκατη τρίτη αίθουσα εκτίθενται τα αγάλματα που κοσμούσαν το ρωμαϊκό γυμνάσιο της Σαλαμίνας, ενώ τέλος στην δέκατη τέταρτη αίθουσα παρουσιάζονται σε θεματικές ενότητες τα πήλινα εδώλια της Κύπρου από την πρώιμη εποχή του Χαλκού μέχρι και τη Ρωμαϊκή περίοδο.