Παιδί πολύτεκνης οικογένειας, ο Πετράκης Κυπριανού γεννήθηκε στη Λάρνακα στις 29 Ιουνίου του 1939. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο και φοιτούσε στην τρίτη τάξη της Αμερικανικής Ακαδημίας, όταν αποβλήθηκε από τον Άγγλο διευθυντή της σχολής, με την κατηγορία ότι έριχνε φυλλάδια της ΕΟΚΑ και ύψωνε την ελληνική σημαία.
Το πάθος του για την ελευθερία της Κύπρου, τον οδήγησαν να ενταχθεί στην οργάνωση της ΕΟΚΑ. Σε μία επίθεση εναντίον ενός Άγγλου λοχία αναγνωρίστηκε και καταζητούμενος πλέον, υποχρεώθηκε να καταφύγει στην ορεινή Λάρνακα και να ενωθεί με τους αντάρτες της περιοχής. Μαζί με την ομάδα των ανταρτών πήρε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις και αποστολές εναντίον των κατοχικών δυνάμεων.
Όταν το κρησφύγετο των ανταρτών στην περιοχή Λάγιας και Ακαπνού προδόθηκε, με οδηγίες του τομεάρχη, οι καταζητούμενοι διασκορπίστηκαν σε διάφορες περιοχές, με τον Πετράκη να ορίζεται υπεύθυνος στην περιοχή μεταξύ των χωριών Χοιροκοιτίας, Βάβλας, Οράς και Βαβατσινιάς. Στο χωριό Ορά, όπου ο Πετράκης κατευθύνθηκε, για να κατασκευάσει το κρησφύγετο του, τον περίμεναν Άγγλοι στρατιώτες, οι οποίοι είχαν περικυκλώσει την περιοχή.
Τότε ο νεαρός αγωνιστής ταμπουρωμένος σε ένα ακατοίκητο σπίτι, έχοντας μαζί του ένα κυνηγετικό όπλο, πολέμησε για δυόμισι ώρες εναντίον των Άγγλων στρατιωτών. Όταν του τελείωσαν τα φυσίγγια πήρε την ηρωική απόφαση, παρά να παραδοθεί ,να επιχειρήσει έξοδο σπάζοντας τον κλοιό των Άγγλων στρατιωτών. Ο Πετράκης Κυπριανού βρήκε ηρωικό θάνατο στις 21 Μαρτίου 1957, σε ηλικία μόλις 18 ετών.